Οι βέγκαν γενικά αντιτίθενται στη βία και τη βαρβαρότητα, που συνδέεται με την κατανάλωση κρέατος, γαλακτοκομικών και αυγών, καλλυντικών που έχουν πειραματισθεί πρώτα, πάνω σε ζώα, παραγωγής ρούχων από δέρμα και γούνα κ.λπ.
Κάποιοι φιλόσοφοι, όπως ο Τζέρεμι Μπένθαμ και ο Πίτερ Σίνγκερ,ισχυρίζονται ότι, ο βασανισμός ενός νοήμονος ζώου σχετίζεται άμεσα με ηθικές αποφάσεις, αν και δεν υποστηρίζουν τα δικαιώματα των ζώων, παρά μόνο πιστεύουν πως τα ζώα κατανοούν πως δεν θέλουν να πονούν και να υποφέρουν. Άλλοι όπως ο Γκάρι Φρανσιόνε, πιστεύουν πως όλα τα νοήμονα ζώα θέλουν να μην υποφέρουν αλλά και να συνεχίσουν να ζουν. Το συχνότερο επιχείρημα για αυτήν την άποψη στηρίζεται στο ότι τα ζώα έχουν την ικανότητα να αισθανθούν ευχαρίστηση και χαρά, οπότε η θανάτωσή τους είναι λάθος. Υποστηρίζει ακόμα πως η εκμετάλλευση των ζώων για σκοπούς που οφελούν τον άνθρωπο είναι ανήθικη. Αν και οι δύο θεωρίες καταλήγουν στο ίδιο συμπέρασμα, στηρίζονται σε διαφορετικές βάσεις και δεν συμφωνούν μεταξύ τους.
Η επιλογή προϊόντων που δεν περιέχουν ζωικά παράγωγα απαιτεί γνώση των συστατικών αλλά και των μεθόδων παραγωγής τους. Επιπλέον, ακόμη και οι ίδιοι οι βέγκαν δηλώνουν πως δεν είναι δυνατόν να αποφύγει κανείς 100% τα ζωικά παράγωγα καθώς πολύ συχνά υπάρχουν σε τρόφιμα, καλλυντικά και φάρμακα και δεν δηλώνονται.
Η επιδημιολογική έρευνα του 1990 με τίτλο "The China Study" υποστηρίζει ότι, η κατανάλωση ζωικών προϊόντων, αυξάνει τον κίνδυνο νόσησης. Οι αυστηρά χορτοφάγοι υποστηρίζουν πως η δίαιτά τους είναι πιο υγιεινή από αυτή των παμφάγων ανθρώπων.
Ένα από τα επιχειρήματά τους είναι πως, οι ίδιοι δεν καταναλώνουν τεχνητές ή χημικές ουσίες όπως ορμόνες και αντιβιοτικά, που συχνά συναντώνται στο κρέας των ζώων, τα οποία έχουν μεγαλώσει σε βιομηχανικές φάρμες. Ο Αμερικανικός Σύλλογος Διαιτολόγων αναφέρει πως: "σωστά σχεδιασμένες χορτοφαγικές δίαιτες είναι κατάλληλες για κάθε στάδιο της ανθρώπινης ζωής, συμπεριλαμβανομένης της περιόδου εγκυμοσύνης, θηλασμού, αλλά και για βρέφη, παιδιά, εφήβους και αθλητές".Οι αυστηρά χορτοφαγικές δίαιτες περιέχουν χαμηλότερα επίπεδα κορεσμένων λιπών, καθόλου χοληστερίνη και υψηλά επίπεδα υδατανθράκων, φυτικών ινών, μαγνησίου, καλίου και αντιοξειδωτικών βιταμινών C και E, καθώς και φωτοχημικά.
Πιστεύεται ότι οι χορτοφάγοι διαθέτουν χαμηλότερο δείκτη μάζας σώματος, αν και δεν υπάρχει σημαντική διαφορά στην πίεση. Σύμφωνα με τον Αμερικανικό Σύλλογο Διαιτολόγων, οι χορτοφάγοι έχουν λιγότερες πιθανότητες να χάσουν τη ζωή τους από κάποιο ισχαιμικό καρδιακό επεισόδιο. Έρευνες έχουν δείξει πως, η αυστηρά χορτοφαγική δίαιτα μπορεί να μειώσει την χοληστερόλη στο αίμα και τις επιπλοκές σε ανθρώπους με διαβήτη. Ο αριθμός των βέγκαν αθλητών συνεχώς αυξάνεται. Οι αθλητές αυτοί αγωνίζονται σε μία ποικιλία αθλημάτων, όπως άρση βαρών, μποντιμπίλντινγκ, πολεμικές τέχνες και τρέξιμο. Ο πολλαπλός ολυμπιονίκης Καρλ Λιούις έχει δηλώσει πως, στο απόγειο της αθλητικής του καριέρας είχε εφαρμόσει μια αυστηρά χορτοφαγική δίαιτα.
Υπάρχουν ακόμη ισχυρισμοί πως η βιομηχανία κρέατος και οι πρακτικές της εγκυμονούν κινδύνους για την ανθρώπινη υγεία. Ο Δόκτωρ Μάικλ Γκέγκερ, σε μια διάλεξή του, τον Ιανουάριο του 2004, στο MIT, υποστήριξε ότι κάθε χρόνο πάνω από ένα εκατομμύριο τόνοι κοπριάς χορηγούνται ως τροφή στα ζώα των βιομηχανικών φαρμών, που προορίζονται για ανθρώπινη κατανάλωση, προκειμένου να υπάρξει μείωση του κόστους συντήρησής τους. Ακόμη, υποστηρίζει πως μέχρι και το 10% του αίματος των ζώων, που θανατώνονται στα σφαγεία, αναμειγνύεται με την τροφή τους, και μέχρι το 30% από την τροφή των κοτόπουλων προέρχεται από αίμα. Η σπογγώδης εγκεφαλοπάθεια, η οποία προσβάλλει τα βοοειδή (γνωστή ως νόσος των τρελών αγελάδων), έχει προκληθεί από την εκτροφή των ζώων αυτών με μολυσμένο κρέας και κόκαλα, πρωτεΐνες, που προέρχονται από τα σφαγιασμένα ζώα (αγελάδες, πρόβατα). Στο μεγαλύτερο μέρος του πλανήτη τέτοια κατάλοιπα από τις σφαγές απαγορεύεται να καταλήξουν στην τροφή άλλων ζώων, αλλά σε κάποιες χώρες χρησιμοποιούνται ακόμη τέτοιες πρακτικές.
Ο βεγκανισμός θεωρείται συχνά μία δύσκολη διαιτητική επιλογή. Στο θέμα της λήψης όλων των απαραίτητων βιταμινών, η Αμερικανική Ένωση για το Διαβήτη υποστηρίζει πως μία καλά σχεδιασμένη αυστηρά χορτοφαγική δίαιτα, μπορεί να προσφέρει όλα τα απαραίτητα στον ανθρώπινο οργανισμό, ωστόσο τονίζει πως "σε συγκεκριμένες περιπτώσεις θα πρέπει να λαμβάνονται συμπληρώματα διατροφής".
Η θέση της Αμερικάνικης Διατροφολογικής Ένωσης είναι ότι μια κατάλληλα σχεδιασμένη χορτοφαγική διατροφή, συμπεριλαμβανομένης της πλήρους χορτοφαγίας (βέγκαν διατροφής), είναι υγιεινή, διατροφικά επαρκής και ίσως να παρέχει οφέλη υγείας στην πρόληψη και στη θεραπεία ορισμένων ασθενειών.
Κατά τη διάρκεια του 20ού αιώνα, η ανάπτυξη του πληθυσμού του πλανήτη και η τεράστια βιομηχανοποίηση όλων των φάσεων της ανθρώπινης δραστηριότητας, έχουν προκαλέσει μεγάλες καταστροφές στο περιβάλλον. Εκατομμύρια ανθρώπων σε όλο τον κόσμο στερούνται επαρκή τροφή και πόσιμο νερό. Η κατάσταση αυτή, επιβάλλει την υιοθέτηση βιώσιμων τρόπων παραγωγής τροφής που δεν επιβαρύνει περαιτέρω την κατάσταση του πλανήτη.
Ένα κίνητρο για την υιοθέτηση της χορτοφαγίας αποτελούν οι τεράστιες επιπτώσεις των βιομηχανοποιημένων φαρμών στο περιβάλλον και -ιδιαίτερα- στο νερό και τα δάση. Η εντατική καλλιέργεια αποτελεί μία από τις πιο πολυέξοδες σε ενέργεια και καταστροφικές για το περιβάλλον βιομηχανικές δραστηριότητες. Σύμφωνα με τους χορτοφάγους - που υποστηρίζουν μία γενικότερη στάση ζωής πιο φιλική στο περιβάλλον - ο σύγχρονος άνθρωπος οφείλει να αναθεωρήσει τις διαιτητικές του συνήθειες και να κάνει συνειδητές επιλογές. Το 70% των σιτηρών και των σπόρων που καλλιεργούνται στον πλανήτη, προορίζονται για ζωοτροφές. Οι επιστήμονες που υποστηρίζουν τη χορτοφαγία, δηλώνουν πως με αυτές τις ποσότητες μπορούν να τραφούν πολύ περισσότεροι άνθρωποι από ό,τι εάν παραχθεί τελικά κρέας από τα ζώα αυτά.
Επίσης, η παγκόσμια κατανάλωση κρέατος έχει τετραπλασιαστεί τα τελευταία πενήντα χρόνια και τα ζώα παραγωγής γάλακτος και κρέατος αυτή τη στιγμή ξεπερνούν τους ανθρώπους στη γη σε αναλογία 3 προς 1. Έρευνα που χρηματοδοτήθηκε από τη Διεθνή Οργάνωση Τροφίμων και Γεωργίας των Ηνωμένων Εθνών (FAO), την Αμερικανική Ένωση για τη Διεθνή Ανάπτυξη (USAID) και την Παγκόσμια Τράπεζα, καταλήγει στο ότι η βιομηχανία του κρέατος "ενεργεί άμεσα σε βάρος της γης, του νερού, του αέρα και της βιοποικιλότητας, ενώ μέσω της παραγωγής εκατομμυρίων τόνων κοπριάς χρησιμοποιεί μη ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και πηγές τροφής προερχόμενες από τα ίδια τα ζώα. Η υψηλή συγκέντρωση αμμωνίας στην ατμόσφαιρα γύρω από τις βιομηχανοποιημένες φάρμες, προκαλεί τοπικές όξινες βροχές, μόλυνση του νερού και αποψίλωση των δασών".
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου